Παπαδημητρίου (ΕΥ): Οι προκλήσεις για την ελληνική επιχειρηματικότητα
Ο διευθύνων σύμβουλος EY Ελλάδος τονίζει ότι οδηγούμαστε «σε αναδιάταξη τις γεωπολιτικές ισορροπίες, την παγκόσμια οικονομία, τη λειτουργία των επιχειρήσεων, το μοντέλο εργασίας και την ίδια την κοινωνία μας».Τις σημαντικότερες προκλήσεις για τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα αλλά και παγκοσμίως τις οποίες οι επικεφαλής οφείλουν να συνυπολογίσουν στον στρατηγικό σχεδιασμό τους, αναδεικνύει μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Γιώργος Παπαδημητρίου, διευθύνων σύμβουλος EY Ελλάδος. «Διανύουμε, τα τελευταία χρόνια, μία περίοδο πρωτοφανούς ρευστότητας και ανατροπών, που οδηγεί σε αναδιάταξη τις γεωπολιτικές ισορροπίες, την παγκόσμια οικονομία, τη λειτουργία των επιχειρήσεων, το μοντέλο εργασίας και την ίδια την κοινωνία μας» τονίζει ο κ. Παπαδημητρίου.Οι διαταραχές αυτές θέτουν, σύμφωνα με τον ίδιο, τις επιχειρήσεις αντιμέτωπες με τεράστιες βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προκλήσεις. «Στο άμεσο μέλλον, έχουμε μπροστά μας ένα ρευστό περιβάλλον που διαμορφώνεται από γεωπολιτικές εντάσεις, με επίκεντρο κυρίως την Ουκρανία, την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας, την επίμονη άνοδο του πληθωρισμού, των τραπεζικών επιτοκίων και του κόστους της ενέργειας, καθώς και τις συνεχιζόμενες διαταραχές στις διεθνείς εφοδιαστικές αλυσίδες.Πρόκειται για έναν εκρηκτικό συνδυασμό, που οι επικεφαλής των επιχειρήσεων – στην Ελλάδα και παγκοσμίως – οφείλουν να συνυπολογίσουν στον στρατηγικό σχεδιασμό τους. Χρειάζεται να σταθμίσουν προσεκτικά τους κινδύνους που δημιουργεί για τον κλάδο και την εταιρεία τους αυτό το περιβάλλον, αλλά και να αξιολογήσουν προσεκτικά τις ευκαιρίες που πιθανόν παρουσιάζονται, όπως στην περίπτωση του ψηφιακού και του πράσινου μετασχηματισμού» σημειώνει. Την ίδια στιγμή υπάρχει μία μακροπρόθεσμη αναγκαιότητα, και όχι πρόκληση, για τις επιχειρήσεις.Συγκεκριμένα, καλούνται και πρέπει να ανταποκριθούν στην εντεινόμενη απαίτηση μίας ευρείας ομάδας ενδιαφερομένων μερών – που αποτελείται από την κοινωνία, τους εργαζόμενους, τους επενδυτές και τις ρυθμιστικές αρχές, μεταξύ άλλων – για δράσεις και πρωτοβουλίες που θα συμβάλουν στην αντιμετώπιση των μεγάλων περιβαλλοντικών και κοινωνικών προκλήσεων της εποχής μας και στην εξασφάλιση ενός πιο βιώσιμου μέλλοντος για τις επόμενες γενιές.«Η δημιουργία μακροπρόθεσμης αξίας για την κοινωνία και το περιβάλλον, όμως, δεν μπορεί να αποτελεί πάρεργο, αλλά ούτε και ανασταλτικός παράγοντας για την οικονομική ανάπτυξη μίας επιχείρησης. Ίσως, ήρθε η στιγμή να προσεγγίσουμε το ζήτημα υπό το πρίσμα της ”ευκαιρίας”, παρά της πρόκλησης.Οι εταιρείες, λοιπόν, που επικεντρώνονται στη βιώσιμη ανάπτυξη, φαίνεται πως πετυχαίνουν τελικά και καλύτερες οικονομικές επιδόσεις για τους μετόχους τους, και αυτό το αντιλαμβάνονται σήμερα οι επικεφαλής των επιχειρήσεων» επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπαδημητρίου. Ενδεικτικά, και σύμφωνα με την παγκόσμια έρευνα της EY, Sustainable Value Study – η οποία πρόσφατα ολοκληρώθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα και σύντομα θα ανακοινωθούν τα ευρήματά της – το 69% των επιχειρήσεων σε όλο τον κόσμο, αναφέρουν ότι έχουν αποκομίσει υψηλότερη οικονομική αξία από τις πρωτοβουλίες τους για το κλίμα, σε σχέση με τις προσδοκίες τους.Αναφορικά με την πρόοδο των ελληνικών επιχειρήσεων στον τομέα της βιώσιμης ανάπτυξης ο κ. Παπαδημητρίου τονίζει: «Είμαστε σε καλό δρόμο, αλλά έχουμε ακόμη μεγάλη απόσταση να διανύσουμε». Μάλιστα, σημειώνει ότι αρκετές ελληνικές επιχειρήσεις έχουν αναλάβει σημαντικές δεσμεύσεις για μείωση των εκπομπών άνθρακα, ωστόσο, όπως και σε ολόκληρο τον κόσμο, αυτές από μόνες τους δεν επαρκούν. Επιπλέον, πολλές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν προβλήματα στην υλοποίηση των δεσμεύσεων αυτών. «Χρειάζονται συστηματικές και αξιόπιστες μετρήσεις των επιδόσεων της επιχείρησης, αλλαγές στις βασικές της λειτουργίες, αλλά και στη διακυβέρνηση και την εποπτεία, είναι αναγκαίες και παρεμβάσεις στις αλυσίδες εφοδιασμού και τους προμηθευτές, και, βέβαια, απαιτούνται σημαντικές επενδύσεις και, άρα, πηγές χρηματοδότησης» υπογραμμίζει.Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τις πηγές χρηματοδότησης ο κ. Παπαδημητρίου τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Έχουμε ένα βασικό δεδομένο που λειτουργεί αρνητικά, δηλαδή την κλιμακωτή αύξηση του κόστους δανεισμού. Ωστόσο, η τραπεζική χρηματοδότηση των επιχειρήσεων σήμερα αυξάνεται, καθώς οι τράπεζες έχουν εξυγιανθεί και διαθέτουν την απαραίτητη ρευστότητα, ενώ υπάρχουν πολλές επιχειρήσεις που πληρούν τα βασικά χρηματοδοτικά κριτήρια και έχουν επενδυτικά σχέδια υψηλής προστιθέμενης αξίας».Επιπλέον, σύμφωνα με τον ίδιο, υπάρχει η μεγάλη ευκαιρία του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), οι πόροι του οποίου κατευθύνονται, πρωταρχικά, σε έργα για την πράσινη μετάβαση και τον ψηφιακό μετασχηματισμό, στο πλαίσιο και του Εθνικού Σχεδίου «Ελλάδα 2.0». Ειδικότερα το δανειακό σκέλος του ΤΑΑ, παρουσιάζει σημαντικά οφέλη για τις επιχειρήσεις, με πολύ χαμηλά επιτόκια, «κλειδωμένα» για περίοδο 15-20 ετών. Υπάρχουν, επίσης, τα ευρωπαϊκά προγράμματα άμεσης χρηματοδότησης, όπως το EU Innovation Fund, το LIFE, το Horizon και το Connecting Europe Facility, που ενισχύουν δράσεις όπως ο ψηφιακός και ο ενεργειακός μετασχηματισμός, η προστασία του περιβάλλοντος, η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και η διεθνής συνεργασία.Πρόσφατη μελέτη της EY Ελλάδος με το ΙΟΒΕ, επέδειξε ότι τα προγράμματα αυτά, δεν είναι ευρύτερα γνωστά και η απορρόφησή τους από τις ελληνικές επιχειρήσεις έχει περιθώρια να αυξηθεί σημαντικά, με πολλαπλασιαστικά οφέλη για το σύνολο της οικονομίας και της κοινωνίας. Εστιάζοντας στον ενεργειακό μετασχηματισμό, επισημαίνει ότι η Ελλάδα βρέθηκε για πρώτη φορά στην πρώτη θέση του προσαρμοσμένου δείκτη RECAI της ΕΥ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ως προς το ΑΕΠ. Ο δείκτης αξιολογεί τις 40 κορυφαίες οικονομίες του κόσμου και τις κατατάσσει ως προς την ελκυστικότητα των επενδυτικών ευκαιριών στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ειδικότερα, ο προσαρμοσμένος δείκτης αποτυπώνει τις επιδόσεις των χωρών σε σχέση με το πραγματικό οικονομικό τους μέγεθος, καθώς ο βασικός δείκτης, όπου η Ελλάδα κατέχει τη 16η θέση, από τη φύση του, «πριμοδοτεί» τις ισχυρότερες οικονομίες του κόσμου, αφού λόγω μεγέθους, έχουν και τις μεγαλύτερες αγορές ΑΠΕ.«Η κατάταξη της χώρας μας στην πρώτη θέση του προσαρμοσμένου δείκτη, συνιστά μεγάλη επιτυχία και αντανακλά τα σημαντικά βήματα που έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα από την ελληνική πολιτεία, όπως η δημοσίευση του πλαισίου για τη διεξαγωγή τριών ανταγωνιστικών διαδικασιών υποβολής προσφορών για σταθμούς αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας συνολικής ισχύος 1 GW εντός του 2023, της περιμέτρου των μελλοντικών ανταγωνιστικών διαδικασιών για μεμονωμένα έργα ΑΠΕ, καθώς και για τα πρώτα έργα ΑΠΕ με ενσωματωμένη αποθήκευση, για το 2023 και 2024, όπως και η Εθνική Στρατηγική για το Υδρογόνο. Οι πρωτοβουλίες αυτές, έχουν ενισχύσει το ήδη εξαιρετικά θετικό κλίμα για την υλοποίηση νέων επενδύσεων στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στο πλαίσιο, μάλιστα, και των φιλόδοξων εθνικών στόχων του ΕΣΕΚ» υπογραμμίζει ο διευθύνων σύμβουλος της EY Ελλάδος.Πόσο σημαντικός όμως είναι ο παράγοντας του ανθρώπινου δυναμικού στην ικανότητα των επιχειρήσεων να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις με τις οποίους βρίσκονται αντιμέτωπες; Όπως εξηγεί μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπαδημητρίου «η προσέλκυση, η διατήρηση και η επανακατάρτιση – το re-skilling και up-skilling – του ανθρώπινου κεφαλαίου, αποτελεί σήμερα μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις». Σύμφωνα με τον ίδιο, οι νέοι επαγγελματίες, δεν αναζητούν μόνο καλύτερες αμοιβές, αλλά και ένα περιβάλλον εργασίας που θα τους δώσει τα εφόδια να αναπτυχθούν επαγγελματικά και θα τους επιτρέπει να συνδυάσουν την επαγγελματική τους εξέλιξη με την προσωπική και οικογενειακή τους ζωή.Επιζητούν, επίσης, να συνδεθούν εργασιακά με έναν οργανισμό με αξίες και στόχους, με τους οποίους μπορούν να ταυτιστούν. Αυτό, θέτει το wellbeing των εργαζομένων, μαζί με τα θέματα διαφορετικότητας, ισότητας και συμπερίληψης στο επίκεντρο της ατζέντας. Από την άλλη πλευρά, είναι αναγκαίο ένα πιο «ευπροσάρμοστο» (agile) ανθρώπινο κεφάλαιο. Οι τεχνολογικές αλλαγές, και ιδιαίτερα η τεχνητή νοημοσύνη, αλλάζουν δραστικά τα δεδομένα, δημιουργώντας ανάγκες για νέες δεξιότητες και, κατ’ επέκταση, διαρκή εκπαίδευση. «Η διαχείριση των προκλήσεων, αλλά και των ευκαιριών που δημιουργούνται από αυτές τις αλλαγές, συνεπώς, είναι ένα «παιχνίδι για δύο», με ευθύνη των επιχειρήσεων, αλλά και των εργαζόμενων» τονίζει.Παράλληλα, πιο κρίσιμος από ποτέ είναι ο ρόλος των επικεφαλής των ελληνικών επιχειρήσεων που καλούνται να τις οδηγήσουν με ασφάλεια στην επόμενη μέρα, μέσα σε ένα δύσκολο περιβάλλον. Όπως υπογραμμίζει ο κ. Παπαδημητρίου «οι ελληνικές επιχειρήσεις απέδειξαν την ανθεκτικότητα και την προσαρμοστικότητά τους, κατά την τελευταία, δύσκολη δεκαπενταετία και, πρόσφατα, στη διάρκεια της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης. Στην EY, από την καθημερινή μας επαφή με τους Έλληνες επιχειρηματίες, διαπιστώνω ότι η πλειοψηφία έχει αντιληφθεί τις προκλήσεις των καιρών και «ακούει» την αγορά και την κοινωνία. Αλλάζουν την οργανωτική τους δομή, ενισχύουν την εξωστρέφειά τους, επενδύουν στην τεχνολογία και την καινοτομία και δίνουν πλέον μεγάλη βαρύτητα στην προσέλκυση και την κατάρτιση του ανθρώπινου κεφαλαίου, θωρακίζοντας τις επιχειρήσεις τους για το αύριο».Μάλιστα, εκτιμά ότι ο φετινός διαγωνισμός Έλληνας «Επιχειρηματίας της Χρονιάς»2023, που θα ξεκινήσει σύντομα στην Ελλάδα θα επιβεβαιώσει αυτή τη διαπίστωση, αναδεικνύοντας τις ιστορίες επιχειρηματιών που μπορούν να λειτουργήσουν ως πρότυπα για την ελληνική επιχειρηματικότητα και την κοινωνία γενικότερα, σε μία συγκυρία που η Ελλάδα προχωρά σε μία επανεκκίνηση, μεταβαίνοντας σε μία νέα εποχή, με νέες ανάγκες, αλλά και πολλές ενδιαφέρουσες προοπτικές.