Η “μάστιγα” της πολυνομίας (και) στη Γερμανία
Είναι ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της δικαιοπαραγωγικής διαδικασίας που αποβαίνει στην πράξη αντιπαραγωγικό και απωθεί επενδυτές και πολίτες. Τα δέκα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί σημαντικά η πολυνομία. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της γερμανικής κυβέρνησης, τόσο ο αριθμός των νομοθετημάτων σε ομοσπονδιακό επίπεδο όσο και των επιμέρους διατάξεων αυξήθηκε κατακόρυφα.
Ενώ την 1η Ιανουαρίου του 2014 υπήρχαν 1671 νομοθετήματα με 44.216 επιμέρους διατάξεις, στις αρχές του 2024 υπήρχαν 1792 νόμοι αποτελούμενοι από συνολικά 52.155 επιμέρους διατάξεις. Ωστόσο, η νομοθετική υπερρύθμιση των πάντων εμφανίζεται όχι μόνο σε επίπεδο νόμων που ψηφίζονται στη γερμανική βουλή, αλλά και σε επίπεδο διαταγμάτων, με τα οποία η εκτελεστική εξουσία ρυθμίζει τις λεπτομέρειες. Σύμφωνα με την κυβέρνηση, την 1η Ιανουαρίου 2014 υπήρχαν 2720 ομοσπονδιακά διατάγματα με 38.192 επιμέρους εγκυκλίους. Δέκα χρόνια αργότερα, τα 2854 ομοσπονδιακά διατάγματα αποτελούνταν από 33.273 εγκυκλίους.
“Έχουμε πληθώρα νομοθετημάτων στη Γερμανία”
Εκπρόσωπος του Υπουργείου Δικαιοσύνης προσπάθησε να εξηγήσει ότι ο αριθμός των νόμων δεν σημαίνει αυτόματα και γραφειοκρατικό βάρος. Έφερε επίσης το επιχείρημα ότι χρειάζονται και νόμοι για να μειωθεί η γραφειοκρατία. Όπως ότι δεν ενεργοποιεί κάθε διάταγμα ή κάθε νόμος γραφειοκρατικό κόστος. Παρ’ όλα αυτά στόχος του Υπουργείου Δικαιοσύνης είναι να συγκρατήσει την περαιτέρω αύξηση του αριθμού των επιμέρους διαταγμάτων με το να “καταστήσει τη νομοθεσία απλούστερη και πιο κατανοητή”, όπως είπε. Στην ερώτηση εάν είναι δυνατόν απλοί άνθρωποι, τεχνίτες, ιδιώτες ιδιοκτήτες, εθελοντές και άλλοι, χωρίς νομική κατάρτιση στη Γερμανία, να μπορούν να συμμορφώνονται εύκολα με τον νόμο, η Σόνια Αϊχβέντε, εκπρόσωπος σε νομικά θέματα της Κ.Ο. του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, παραδέχθηκε το πρόβλημα. “Έχουμε πληθώρα νομοθετημάτων στη Γερμανία”, είπε. “Δεν είναι επίσης καλό αν πρέπει να πληρώνει κανείς ειδικό ή έναν δικηγόρο για να τα βγάζει πέρα με τις πολλές διαδικασίες. Ωστόσο, η κατάσταση δεν είναι απελπιστική”, προσθέτει η βουλευτής. “Έχουμε πολυνομία σε ορισμένα σημεία, αλλά έχουμε επίσης την ευκαιρία να το αλλάξουμε αυτό”. Αλλά “η μείωση της γραφειοκρατίας δεν πρέπει να οδηγήσει στην κατάργηση των έννομων συμφερόντων προστασίας”. Εκτός από τις υψηλές τιμές ενέργειας, ιδιαίτερα επιβαρυντικές ήταν οι υπερβολικά πολλές γραφειοκρατικές απαιτήσεις και οι υποχρεώσεις υποβολής εκτενών εκθέσεων. Οι ελαφρύνσεις που πρότεινε η γερμανική κυβέρνηση το 2023, που περιλαμβάνουν συντομότερες περιόδους διατήρησης των φορολογικά σημαντικών αποδείξεων και τη δυνατότητα οργάνωσης ορισμένων πραγμάτων μέσω μέιλ αντί επιστολής με υπογραφή, χαιρετίστηκαν, αλλά επικρίθηκαν συνολικά ως ανεπαρκείς. Τα μέτρα μεταρρύθμισης της γραφειοκρατίας που παρουσίασε πρόσφατα ο υπουργός Δικαιοσύνης Μάρκο Μπούσμαν αναμένεται να εγκριθούν από το υπουργικό συμβούλιο τον Μάρτιο. Σύμφωνα με τον κανόνα one-in, one-out που ισχύει από το 2015, για κάθε επιβάρυνση που εισάγεται με νόμο θα πρέπει να υπάρχει το ίδιο επίπεδο ελάφρυνσης το αργότερο μέχρι το τέλος της νομοθετικής περιόδου. Πρόκειται κάτι σαν φρένο της νομοθετικής εξουσίας. Ωστόσο, υπάρχουν εξαιρέσεις, για παράδειγμα, για επιπτώσεις που οφείλονται στο δίκαιο της ΕΕ.
Ο δρόμος του μικρότερου ρίσκου…
Η αλλαγή από την απαίτηση γραπτού τύπου σε μορφή κειμένου, για παράδειγμα, δεν είναι επιθυμητή σε κάθε περίπτωση, λέει η πολιτικός του SPD Σόνια Αϊχβέντε. Ένα μέιλ δεν αρκεί για την καταγγελία σύμβασης μίσθωσης κατοικίας. “Για μια εμπορική σύμβαση μίσθωσης, για παράδειγμα, είναι διαφορετικό, επειδή θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι ο ενδιαφερόμενος ελέγχει συνεχώς τα μέιλ του”. Ειδικά για τους Πράσινους λέγεται συχνά ότι έχουν προτίμηση σε υπερβολικά πολύπλοκους κανονισμούς στην υπηρεσία της ατομικής δικαιοσύνης. Με γνώμονα την επιθυμία να μην αφήσουν καμία περίπτωση εκτός ελέγχου, οδηγούν καμιά φορά σε ρυθμίσεις που είναι σχεδόν αδύνατο να κατανοήσουν οι απλοί πολίτες.
“Η επιθυμία για νόμους όσο το δυνατόν ευκολονόητους, που να αφήνουν κάποιο περιθώριο ελιγμών, είναι κατανοητή”, λέει η Μάριον Γκέντγκες, υπουργός Δικαιοσύνης της Βάδης-Βυρτεμβέργης. Δυστυχώς, αυτό αντικατοπτρίζει δύο “μάλλον πολύ γερμανικές ανησυχίες”, όπως λέει: Αφενός τη μεγάλη επιθυμία ρύθμισης κάθε μεμονωμένης περίπτωσης όσο το δυνατόν ακριβέστερα στον νόμο, όπου βέβαια ανακύπτει το ερώτημα εάν αυτό είναι πραγματικά δικαιοσύνη. Αφετέρου, την επιδίωξη όσο το δυνατόν μεγαλύτερης ασφάλειας. Η απομάκρυνση από αυτή τη νοοτροπία πλήρους εξασφάλισης μπορεί να είναι δύσκολη όχι μόνο για ορισμένους πολίτες, αλλά και για όσους εργάζονται στη δημόσια διοίκηση.
Η ίδια θα καλωσόριζε μια πολιτισμική αλλαγή και μια νέα κουλτούρα στη διοίκηση. “Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών έχουμε την τάση να εκπαιδεύουμε τις διοικήσεις να μην κάνουν χρήση της διακριτικής ευχέρειας όσο το δυνατόν ευρύτερα, αλλά να ακολουθούν τον δρόμο που κρύβει το μικρότερο ρίσκο”. Παρόμοια άποψη έχει και ο υπουργός Δικαιοσύνης Μπούσμαν. Τον περασμένο Δεκέμβριο δήλωσε τα εξής σε συνέντευξή του: “Πολλοί πολίτες και επιχειρήσεις δεν είναι μόνο ενοχλημένοι από το τι λέει ο νόμος, αλλά και από τον τρόπο με τον οποίο οι νόμοι εφαρμόζονται από τις αρχές. Χρειάζεται περισσότερη ταχύτητα και ίσως να αφήνουμε τα πράγματα να περνούν απαρατήρητα, όταν πρόκειται για μικροπράγματα”.
Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου
Πηγή: Deutsche Welle